Παρασκευή 29 Ιανουαρίου 2010

Ο φασισμός της κατεστημένης οχλοκρατίας

Και έρχεται λοιπόν η στιγμή που κάποιοι άλλοι επεμβαίνουν στη ζωή σου, τη θέτουν σε δεύτερη μοίρα από τη δική τους και τη βιάζουν. Αυτή εδώ τη χώρα που γέννησε την έννοια της δημοκρατίας, αρνείται πεισματικά να παραδεχθεί ότι εδώ και αρκετά χρόνια δεν έχει βρει την ουσία και το νόημα μιας σύγχρονης δημοκρατίας απαλλαγμένης από της φοβίες και τους εξοστρακισμούς της αρχαιότητας.

Σε μια σύγχρονη δημοκρατία κανένα σύνολο, μικρό ή μεγάλο, δεν πρέπει να έχει το δικαίωμα να καταπατά τα δικαιώματα μειοψηφιών επειδή τυχαίνει να είναι λιγότεροι !!! Ο πολιτισμός που προσφέρει αλλά και απαιτεί μια σύγχρονη δημοκρατία δεν είναι και δεν μπορεί να είναι ποσοτικός. Δεν είναι δυνατό στις μέρες μας να μπορεί να αποφασίσει καμία μειοψηφία ή πλειοψηφία για τον εξοστρακισμό μιας άλλης μερίδας συμπολιτών τους, είτε δυνατών είτε αδυνάτων.

Μια σύγχρονη δημοκρατία προσδιορίζεται ποιοτικά από τη αποτελεσματικότητα με την οποία διασφαλίζει την ισορροπία των ελευθεριών των μελών της. Καμία ελευθερία δεν είναι πιο σημαντική από την άλλη και στο όνομα καμίας ελευθερίας δεν μπορεί πια ένα σύνολο να καταπατά την ελευθερία των υπολοίπων.

Και ποιος θεωρεί ότι έχει το δικαίωμα να αισθάνεται πιο σημαντική την ελευθερία του ;; Ίσως αυτός ο οποίος θεωρεί ότι τον δικαίωσε η ιστορία και η κατεστημένη αντίληψη της μικρής ή μεγάλης κοινωνίας του. Είναι ο αγωνιστής που πέτυχε στον αγώνα του για να επιβάλλει τελικά το δικό του κατεστημένο.

ΤΟ ΔΙΚΑΙΟΝ ΤΟΥ ΠΑΤΡΙΩΤΗ

Είναι ο υπέρμαχος του έθνους ο γνήσιος αντιπρόσωπος του Έλληνα που μάχεται για τα ιδανικά της φυλής και θεωρεί τον εαυτό του θεματοφύλακα του πατρώου εδάφους και της κληρονομιάς. Είναι ο νικητής του εμφυλίου, ο άνθρωπος που έστρεψε την Ελλάδα στη δύση και απάλλαξε τη χώρα από τον κίνδυνο του επάρατου κομμουνισμού. Είναι αυτός που αισθάνεται την υποχρέωση να διαφυλάξει ακέραιο το γενετικό αποτύπωμα των Ελλήνων και των παιδιών τους. Τα ξένα γονίδια και η ξένη κουλτούρα αποτελούν μίασμα που με δολιότητα έρχεται να μολύνει την καθαρότητα της ελληνικής γενετικής και πολιτισμικής υπόστασης. Ενώ υπερηφανεύεται πως η δύση χρησιμοποίησε το αρχαίο ελληνικό πνεύμα κατά την αναγέννηση και το διαφωτισμό για να αναπτυχθεί, εθελοτυφλεί πιστεύοντας ότι αυτό έγινε γιατί έστω και αργά αναγνώρισε την ανωτερότητα του αρχαιοελληνικού πνεύματος. Η δύση όμως προχωρά και δεν λογαριάζει αν κάτι είναι ελληνικό, αγγλικό ή τούρκικο. Η δύση συνέθετε και συνθέτει ιδέες και πολιτισμούς τα τελευταία 200 χρόνια από τη φιλοσοφία της άπω ανατολής μέχρι τα γιατροσόφια του σαμάνου της ζούγκλας του Αμαζονίου. Και αυτό προήλθε από την ανάμειξη των λαών, τη συνύπαρξη και την αποδοχή ανθρώπων με διαφορετική κουλτούρα μέσα στις κοινωνίες της δύσης. Το ανοιχτό μυαλό και όχι η υπέρμετρη εξυπνάδα οδήγησαν στη τεχνολογική επανάσταση του 20ου αιώνα. Η πολυπολισμικότητα και όχι η μεσαιωνική περιχαράκωση ήταν η κινητήρια δύναμη της ανθρώπινης σκέψης. Αρκετό καιρό μετά το επίτευγμα της ανθρωπότητας να γκρεμίσει τα τοίχοι που χώριζαν τους πολιτισμούς κάποιοι στην Ελλάδα επιμένουν να χωρίζουν ανθρώπους σε Έλληνες και μη, σε πατριώτες και εισβολείς. Ποιος ορίζει λοιπόν την έννοια της ελληνικότητας ;; Μήπως ο ορισμός πρέπει να αναζητηθεί ιστορικά σε γραφές και γνωμικά της αρχαιότητας που οι σύγχρονοι μας ερμηνεύουν κατά το δοκούν ;; Ή μήπως πρέπει επιτέλους να ξεκολλήσουμε από την αρχαιολατρία μας και να διαμορφώσουμε οι ίδιοι σύγχρονες αντιλήψεις που προάγουν το ελληνικό πνεύμα και μπορούν να επαναφέρουν λίγη από την αρχαία αίγλη του ... τότε που αποτελούσε σταυροδρόμι ιδεών και πολιτισμών. Γιατί μπορούν κάποιοι με ιδιαίτερη άνεση να ξεχνούν ότι ο αρχαίος ελληνικός πολιτισμός αποτελούσε κράμα των “ελληνικών” φύλων που εγκαταστάθηκαν στον ελληνικό χώρο, φοινίκων, αιγυπτίων και ντόπιων πληθυσμών, ξεκινώντας τεχνηέντως την ελληνική ιστορία από τη δημοκρατία των αθηναίων και την ολιγαρχία της Σπάρτης ;

Γιατί ένα προϊόν σύνθεσης και πολυπολυτισμικότητας στη σύγχρονη εποχή ισοπεδώνεται στα πλαίσια μιας συγκεχυμένης εννοιολογικά αλλά καλά περιχαρακωμένης ελληνικότητας ; Γιατί σήμερα κάποιος που μετέχει της ελληνικής παιδείας δεν έχει το δικαίωμα να αισθάνεται λίγο από αυτή την ελληνικότητα ; Μήπως γιατί οι σύγχρονοι Έλληνες αντιλαμβανόμενοι τη μικρή έως μηδαμινή συμμετοχή της Ελλάδος στις σύγχρονες γνωσιακές αλλά και πολιτικές εξελίξεις προτιμούν την απομόνωση από τη συμμετοχή ;; Είναι η λογική του ότι φτιάξαμε φτιάξαμε ... τώρα πρέπει να το προστατεύσουμε μιας και δεν μπορούμε να δημιουργήσουμε άλλο. Είναι λοιπόν το αίσθημα κατωτερότητας και όχι η ελληνική υπερηφάνεια που οδηγεί αρκετούς από μας να βλέπουμε με καχυποψία έναν μετανάστη ή ένα απόγονο αυτού που θέλει να γίνει Έλληνας. Πίσω από τη διαφύλαξη της καθαρότητας του έθνους κρύβεται η αδυναμία μας να συνθέσουμε, φοβούμενοι ότι θα αλωθούμε από συνωμοτούντες διεθνείς εχθρούς της Ελλάδας και της ιστορίας της.

Στο όνομα μιας μεσαιωνικής φοβίας δεν μπορούν άνθρωποι να μένουν στο περιθώριο, ξεκρέμαστοι και αμφιταλαντευόμενοι ανάμεσα σε μια πατρίδα που ποτέ δεν γνώρισαν και μια πατρίδα που ποτέ δεν τους αναγνώρισε.

Τα συμπεράσματα δικά σας ...

Ακολουθεί μια επιστολή που είχε δημοσιευτεί προ καιρού στα ΝΕΑ με την ελπίδα ότι θα ευαισθητοποιήσει περισσότερους από μας.

Αγαπητέ. Με λένε Μπέσα. Γεννήθηκα στην Αλβανία. Από τριών χρονών ζω στην Ελλάδα. Σπουδάζω στη Φιλοσοφική Αθηνών. Πέρσι πήγα με το πρόγραμμα Εrasmus στη Στοκχόλμη. Οι συμφοιτητές μου ήταν από παντού. Όταν γνωρίσεις ανθρώπους που έρχονται από παντού, είναι αναπόφευκτο το ερώτημα «από πού είσαι;». Απαντούσα «από την Ελλάδα». Έτσι ένιωθα. Έχω ζήσει τέσσερα χρόνια της ζωής μου στην Αλβανία και δεκαεπτά στην Ελλάδα. Σε όσους γνώριζα καλύτερα, τους εξηγούσα πως είμαι από την Ελλάδα αλλά έχω γεννηθεί στην Αλβανία. Μου έκανε εντύπωση ότι στη Στοκχόλμη δεν ένιωθα αυτό το δίλεπτο χτυποκάρδι που νιώθω όταν με ρωτούν «από πού είσαι;» στην Ελλάδα. Βλέπετε, από το δημοτικό «κατάλαβα» ότι δεν είναι καλό να είσαι από την Αλβανία. Τα παιδιά, ειδικά στο δημοτικό, είναι πολύ σκληρά. Κάποιες φορές, μου έδιναν να καταλάβω ότι η καταγωγή μου ανήκε στην ομάδα των «κακών». Είχα υπέροχες δασκάλες που με βοήθησαν να ξεπεράσω τα κόμπλεξ μου. Εγώ η ίδια έκανα το παν να τα ξεπεράσω. Ήμουν η πρώτη στα μαθήματα, στις γιορτές, στις εκδηλώσεις. Μου άρεσε ειδικά η γιορτή της 17ης Νοεμβρίου, τα τραγούδια του Θεοδωράκη. Το «Γελαστό παιδί» ήταν το αγαπημένο μου. Στη Στ΄ Δημοτικού, στη γιορτή της 28ης Οκτωβρίου, δικαιούμουν να σηκώσω την ελληνική σημαία. Με φώναξε ο διευθυντής και μου είπε ότι είναι αδύνατον, γιατί δεν έχω ελληνική καταγωγή. Είπα «εντάξει» και δεν έδωσα σημασία. Ίσως για να αμυνθώ. Δεν το είπα καν στους γονείς μου. Από τότε, όμως, «κατάλαβα» ότι δεν έχω το δικαίωμα να συγκινηθώ ακούγοντας τον ελληνικό εθνικό ύμνο. Όταν τον άκουγα, ένιωθα πλέον ταραχή και αμηχανία. Το θέμα με τη σημαία προέκυψε ξανά στη Β΄ Γυμνασίου. Ήμουν η καλύτερη μαθήτρια του σχολείου. Με φώναξε τότε ο διευθυντής και άκουσα ξανά το «δεν έχεις ελληνική καταγωγή». «Κατάλαβα», είπα κοφτά. Έτσι κι αλλιώς κάποιοι συμμαθητές είχαν αντιδράσει προκαταβολικά. Η συμμαθήτριά μου, η Ντίνα, μου είπε πως δεν είναι δυνατόν να σηκώσει την ελληνική σημαία μια Αλβανίδα, γιατί ο παππούς της είχε πολεμήσει τους Αλβανούς στο «Αλβανικό Έπος». Έμεινα σύξυλη. Γιατί ο δικός μου παππούς ήταν αντάρτης στην Αλβανία, είχε τραυματιστεί και συλληφθεί από τους ναζί, και είναι επιζών του στρατοπέδου συγκέντρωσης Μoosburg, παράρτημα του τρομακτικού Μauthausen. Αρκετά ταραγμένη έτρεξα στην καθηγήτριά μου, την κυρία Κατερίνα. Μου εξήγησε πως υπήρχαν κάποιοι Αλβανοί μισθοφόροι (κάτι σαν τους Γερμανοτσολιάδες στην Ελλάδα) που επιστράτευσαν οι Ιταλοί φασίστες όταν επιτέθηκαν στην Ελλάδα, αλλά ότι στο «Αλβανικό Έπος» οι Έλληνες δεν πολέμησαν με τους Αλβανούς. Πολέμησαν με τους Ιταλούς φασίστες, στα βουνά της Αλβανίας. Με την Ντίνα τελικά γίναμε οι καλύτερες φίλες. Από εκείνη την ημέρα, όμως, δεν πήγα πια σε επετείους και παρελάσεις. Ένιωθα ανεπιθύμητη. Δεν θα σας έγραφα όλα αυτά αν δεν είχα ζήσει ένα επεισόδιο στη Στοκχόλμη. Σε πάρτι Πολωνών φοιτητών, κάποιος ζήτησε να τραγουδήσει ο καθένας τον εθνικό ύμνο της χώρας προέλευσής του. Αναστατώθηκα. Τον αλβανικό ύμνο δεν τον ξέρω. Ξέρω μόνο τον ελληνικό. Αλλά ένιωσα μέσα μου μια φωνή να μου λέει «εσύ δεν έχεις το δικαίωμα να τον τραγουδήσεις». Ένιωσα ξανά εκείνο το αίσθημα ταραχής και αμηχανίας. Τραγούδησα τελικά τον ελληνικό εθνικό ύμνο, αλλά ένιωσα μετέωρη. Στη Σουηδία έλεγα ότι είμαι από την Ελλάδα. Όταν επέστρεφα στην Ελλάδα, στο αεροπλάνο καθόμουν δίπλα σε μια Ελληνίδα. Όταν άκουσε το όνομά μου αμέσως με ρώτησε από πού είμαι. Αν είχα την ελληνική υπηκοότητα θα έλεγα ότι είμαι Ελληνίδα. Δεν την έχω. «Από την Αλβανία» απάντησα. Και μετά αναρωτήθηκα: «Από πού είμαι;». Είμαι μετέωρη. Γιατί σε αυτές τις συνθήκες είναι αδύνατον να χτίσεις μια υγιή, ακομπλεξάριστη ταυτότητα. Ίσως, σκέφτομαι, δεν ανήκω πουθενά. Ανήκω μόνο στον εαυτό μου. Και ίσως αυτό να έχει σημασία. Να κρατάω ζωντανό μέσα μου το γελαστό παιδί..

Ευχαριστώ για τη φιλοξενία Μπέσα Σ.



Προσεχώς και άλλα ΔΙΚΑΙΑ ....

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου